O πρώτος πνευματικός ψυχίατρος & φιλόσοφος όλων των εποχών, Karl Jung, είχε πει σε μία από τις συνεντεύξεις του, “Δεν μου αρέσει το ρήμα ‘πιστεύω’. Προτιμώ να ξέρω”. Ωστόσο, μπορεί να αναρωτηθεί κανείς, η πίστη δεν είναι το απαραίτητο πρώτο βήμα προς τη γνώση; Και είναι η πίστη το αντίπαλον δέος της αμφισβήτησης; Έχουμε, για παράδειγμα, μπροστά μας, τα τρία μέγιστα ερωτήματα πίστης που θα κληθεί ποτέ ένας άνθρωπος να αντιμετωπίσει. Πιστεύεις στον Θεό; Πιστεύεις στον Εαυτό σου; Πιστεύεις στους Άλλους; Εάν ακολουθήσουμε τη σκέψη του Jung, θα πρέπει να συνάγουμε την ενδιάμεση διαδικασία αμφισβήτησης, έρευνας και αναζήτησης, την οποία εδώ παρέλειψε ίσως να αναφέρει, θεωρώντας ως βέβαιο ότι το άτομο κάποια στιγμή στη ζωή του έρχεται αναπόφευκτα αντιμέτωπο με αυτά τα ερωτήματα και ανάλογα με το βαθμό κριτικής σκέψης του, αμφισβητεί (α) την ύπαρξη της θείας δύναμης, (β) αμφισβητεί την Χ ικανότητα του Εαυτού του να ανταποκριθεί στο Υ ή Ω καθήκον, (γ) αμφισβητεί τους Άλλους σε ποικίλα επίπεδα (αξιών, δεξιοτήτων, καλών προθέσεων, ειλικρίνειας, και τα λοιπά). Πώς προκύπτει, λοιπόν, η γνώση στην οποία αναφέρεται ο Jung σε καθεμία από τις παραπάνω περιπτώσεις; Και, πώς συνδέονται αυτά τα τρία κύρια παραδείγματα πίστης ή γνώσης;
Πρώτη Συλλογιστική:
Πώς μπορεί κανεις να φτάσει, λοιπόν, στο σημείο να πει “Ξέρω ότι ο Θεός υπάρχει. Ξέρω ότι μπορώ να κάνω τα όνειρά μου πραγματικότητα. Ξέρω ότι αυτός ο άνθρωπος είναι καλός και ότι αυτός ο άνθρωπος είναι κακός”. Εφόσον κάθε πορεία προς τη βεβαιότητα αυτή είναι καθαρά ατομική, και μπορεί να περνάει από εντελώς διαφορετικές διαδικασίες, π.χ. άλλοτε να είναι επίκτητη και περιβαλλοντική (άκουγα από μικρός ότι ο Θεός υπάρχει, άρα θεωρώ ότι υπάρχει), άλλοτε προϊόν έρευνας (των ιερών Γραφών, ναών, κειμηλίων και λειψάνων ή ιστορικών δεδομένων), άλλοτε αυτόματο συμπέρασμα κάποιας εμπειρίας επαφής με το Θείο (κάποιο όραμα, κάποια απτή εμπειρία ανώτερης προστασίας απο κάτι αρνητικό ή επικίνδυνο, μία πνευματική αφύπνιση κάποιου είδους, κάποια πραγματική εμπειρία ανταπόκρισης του θείου στην προσευχή). Το τι συνιστά απόδειξη για τον καθέναν, θεωρητικά, δεν μεταβάλλει το αποτέλεσμα ή την ισχύ αυτής της πίστης/γνώσης. Μόνη ειδοποιός διαφορά εδώ είναι η καθημερινή έκφραση αυτής πίστης/γνώσης, εάν και εφόσον είναι αυθεντική.
Τι συμβαίνει όμως με το επόμενο στάδιο, την πίστη/γνώση για τον Εαυτό μας; Αρχή των Πάντων ο Θεός, και μέσο του η Αγάπη, λένε οι διδαχές. Μέσω της μίμησης του Ιησού, που τον εκπροσώπησε στη Γη, αγγίζει κανείς τη Θέωση, λένε οι διδαχές. Ο Θεός όμως δεν πιστεύει, δεν αμφισβητεί, δεν ερευνά – ξέρει και παρατηρεί. Ξέρει πότε να παρέμβει και πότε όχι, αφήνοντας πάντα τον άνθρωπο να ακολουθήσει την ελεύθερη βούλησή του. Ως ατελή όντα, εμείς αφενός οφείλουμε να αναγνωρίσουμε αυτό το γεγονός, αφετέρου οφείλουμε να προσπαθήσουμε να το βελτιώσουμε, και αυτό είναι μια διαδικασία που μπορεί να διαρκέσει μία ζωή ολόκληρη χωρίς φυσικά να ολοκληρωθεί. Τα εφόδια που μας έχουν προσφερθει εδώ είναι αποκλειστικά και μόνο τρία: ένας βαθμός έμφυτης ευφυΐας (που ωστόσο ποικίλει σημαντικά μεταξύ των ανθρώπων) ή επίκτητης ευφυΐας (δηλ. η μόρφωση, η οποία επίσης δεν αποτελεί προνόμιο όλων) και το ένστικτο, ενώ ο συνδυασμός και των δύο συνθέτει το “τέλειο”, είναι ωστόσο σπάνιος και ειδικά στη σύγχρονη εποχή. Το τρίτο εφόδιο είναι η θεία βοήθεια, η οποία έρχεται είτε με τη μορφή απαραίτητων δυσκολιών, είτε με τη μορφή επιβραβεύσεων -έτσι κι αλλιώς, δοκιμασίες αποτελούν αμφότερα.
Γνώθι σαυτόν, έλεγαν οι αρχαίοι ‘Ελληνες, όχι Πίστευε σαυτόν. Τα λεγόμενα motivational belief systems είναι φαινόμενο της εποχής μας και, καλώς ή κακώς, αποτελούν δομικά ένα πανέξυπνο σύστημα marketing που πούλησε το όνειρο της οικονομικής κατά κύριο λόγο επιτυχίας στον μέσο άνθρωπο για να τον βάλει στα γρανάζια του καπιταλισμού προμοτάροντας διάφορα απίθανα success stories ως παράδειγμα προς μίμηση και πουλώντας ως κίνητρο τις άπειρες προοπτικές της ελεύθερης αγοράς. Και πλέον, τώρα που το μέσο άτομο αρχίζει σταδιακά να διαπιστώνει ότι δεν φτάσει κατά πάσα πιθανότητα ποτέ στα success stories αυτά, το Πίστευε σαυτόν έγινε η mantra των life coaches, κάθε φορά που αντιμετωπίζουν άτομα μπλοκαρισμένα, μπερδεμένα, αγχωμένα και σε θλίψη. Γιατί, όμως, πρέπει να “πιστέψουμε” στον εαυτό μας; Δεν ξέρουμε τις δυνατότητές του; Ποιος μας τις αμφισβήτησε και ποιος μας τις παραφούσκωσε εάν όχι το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε; Εάν γνωρίζει κανείς τον εαυτό του, γνωρίζει και τα όριά του, και κάποια από αυτά δεν προσπερνιούνται, ούτε με ατελείωτες ώρες μελέτης, ούτε με ασταμάτητη γυμναστική, ούτε με πλαστικές επεμβάσεις, ούτε με ηθικούς συμβιβασμούς. Ναι, είναι υπέροχο να πιστεύει κανείς στον εαυτό του, και ναι, θεωρητικά ένας άνθρωπος μπορεί να πετύχει πολλά ακόμη και κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες. Ωστόσο, τα σημεία στα οποία επιλέγει να σπρώξει τον εαυτό του, ποιος τα ορίζει; Τα περιβαλλοντικά ερεθίσματα των ΜΜΕ π.χ. ή η αντικειμενική θεώρηση του εαυτού του άρα και των άλλων;
Και εφόσον είναι λογικό και ορθό να καταλήξουμε ότι η επιλογή αυτή οφείλει να πηγάζει από και να στηρίζεται στο δεύτερο, αλλιώς οδηγεί σε καταστροφή πολυεπίπεδη, πότε και πώς θα διεκδικήσουμε αυτή τη γνώση; Και εάν δεν είμαστε σε θέση να αξιολογήσουμε τον εαυτό μας με καθαρή και ενημερωμένη ματιά, πώς θα αξιολογήσουμε το άλλο ατελές άτομο που έχουμε απέναντί μας, έτσι ώστε να πιστέψουμε σε αυτό ή όχι; Εάν δεν γνωρίζω, δεν μπορώ και να αγαπήσω ελεύθερα, απλούστατα επειδή δεν γνωρίζω τι και ποιον να αγαπήσω και για ποιο λόγο.
Ακόμη και η ισχυρότερη Πίστη (ενδιάμεσο στάδιο) κάποια στιγμή κάμπτεται, αλλά αν θέλετε μία Αγάπη (προορισμός) που δεν κάμπτεται, επενδύστε στη Γνώση, την επιστημονική και αισθητική γνώση, τα ταξίδια, τις ανοιχτές συζητήσεις. Η Γνώση είναι το πρώτο βασικό άπειρο που έχουμε μπροστά μας και το πρώτο δυνατό μάθημα που προσφέρει η θνητότητά μας είναι ότι το σκληρό συμπέρασμα ότι αυτό το άπειρο για εμάς είναι αναγκαστικά πεπερασμένο. Η Γνώση είναι το πρώτο που μας προετοιμάζει για τα όρια της ζωής και για τη μεγάλη δοκιμασία που θα έρθει όταν κληθούμε να αντιμετωπίσουμε τα όρια της Αγάπης. Γιατι σε αντίθεση με τη Γνώση (αφετηρία), η Αγάπη (προορισμός) είναι αληθινά, απτά και ρεαλιστικά άπειρη, γι’ αυτό όταν κάμπτεται αποτελεί σωστό μαρτύριο για την ανθρώπινη ψυχή, καλώντας μας να κάνουμε ένα βήμα πίσω, να αναγνωρίσουμε τα όρια που ξαφνικά μπήκανε ενώ δεν τα θέλαμε, και να δουλέψουμε σκληρά για να τα αποδομήσουμε ξανά και να αγκαλιάσουμε την Αγάπη εκ νέου. Και σε τι θα πατήσουμε πάνω για να πάρουμε δύναμη εδώ, αν όχι στη Γνώση; Η Πίστη ως μηχανισμός επιβίωσης μπορεί να μας βοηθήσει κάποια στιγμή να ανασηκωθούμε ή να παλέψουμε για κάτι, εάν όμως δεν πατάει στη Γνώση, είναι απλώς ένα δεκανίκι που στην επόμενη ήττα θα ξανακαμφθεί.
Επενδύστε στη Γνώση. Είναι το μόνο πράγμα που δεν θα σας προδώσει ποτέ, γιατί ακόμη και αν μία γνώση σας (άρα κατ’ επέκταση η πίστη σας στον Θεό, τη Ζωή, τον Εαυτό σας, τον Συνάνθρωπο, την Αγάπη) διαψευστεί, η ίδια η Γνώση θα σας έχει ήδη διδάξει ότι -όπως όλα- είναι ρευστή και αυτό είναι μέρος του παιχνιδιού και της εξελικτικής διαδικασίας προόδου.